Η οικοδομική δραστηριότητα στην Ελλάδα από το 1963 έως σήμερα

Τρίτη 24 Μαΐου 2011

Η οικοδομική δραστηριότητα στην Ελλάδα από το 1963 έως σήμερα


Medium_οικοδομική δραστηριότηταΕξετάζοντας διαχρονικά την εξέλιξη της οικοδομικής δραστηριότητας τις τελευταίες δεκαετίες στην Ελλάδα παρατηρούνται κύκλοι έξαρσης και ύφεσης της τάξης των 10-15 ετών. Στην παρούσα ανάλυση ως δείκτης οικοδομικής δραστηριότητας λαμβάνεται αυτός του όγκου. Εξετάζονται νέες οικοδομές και προσθήκες σε αστικές, ημιαστικές και αγροτικές περιοχές.
Επεξήγηση εννοιών
Αστικές περιοχές: Αστικές περιοχές θεωρούνται οι δήμοι και τα πολεοδομικά συγκροτήματα που ο μεγαλύτερος οικισμός τους έχει πληθυσμό 10.000 κατοίκους και άνω.
Ημιαστικές περιοχές: Ημιαστικές περιοχές θεωρούνται οι δήμοι και οι κοινότητες που ο μεγαλύτερος οικισμός τους έχει πληθυσμό 2.000-9.999 κατοίκους.
Αγροτικές περιοχές: Αγροτικές περιοχές θεωρούνται οι κοινότητες που ο μεγαλύτερος οικισμός τους έχει πληθυσμό κάτω από 2.000 κατοίκους.
Νέα οικοδομή: Νέα οικοδομή είναι κάθε οικοδομή που κτίζεται από την αρχή σε ακάλυπτο έδαφος ή στη θέση παλιάς οικοδομής που κατεδαφίστηκε.
Προσθήκη οικοδομής: Προσθήκη οικοδομής είναι κάθε μόνιμη οικοδομική κατασκευή που προσθέτει οικοδομικό όγκο (χώρο) σε υπάρχουσα οικοδομή, είτε σε έκταση είτε σε ύψος είτε και με τους δύο τρόπους συγχρόνως, και δημιουργεί ή κατοικία ή κατάστημα ή και τα δύο.
Όγκος οικοδομής: Όγκος οικοδομής νοείται ο ακαθάριστος οικοδομικός όγκος, δηλαδή ο χώρος που  περιλαμβάνεται μεταξύ της εξωτερικής επιφάνειας των εξωτερικών τοίχων του χαμηλότερου δαπέδου (του υπογείου, αν υπάρχει, ή του ισογείου) και της στέγης της οικοδομής. Αν μεταξύ του χαμηλότερου δαπέδου και της στέγης της οικοδομής μεσολαβεί πυλωτή, ο όγκος αυτής συνυπολογίζεται στο σύνολο του όγκου των λοιπών χώρων. Ο όγκος της οικοδομής υπολογίζεται κατά την έκδοση άδειας από τις αρμόδιες αρχές.
Όγκος προσθήκης: Όγκος προσθήκης ή βελτίωσης οικοδομής νοείται, ο νέος όγκος που προστίθεται στην υπάρχουσα οικοδομή από οικοδομικές εργασίες.
Η πρώτη μεγάλη οικοδομική έξαρση στο εξεταζόμενο διάστημα παρατηρείται τη διετία 1967-1969. Στη συνέχεια παρουσιάζεται ένα κράτημα τη διετία 1969-1971 και ακολούθως η οικοδομική δραστηριότητα συνεχίζει την ανοδική της  πορεία για το διάστημα 1971-1973 και φτάνει στο υψηλότερο σημείο της 87 εκ. m³ περίπου*. Το επόμενο έτος 1974 έρχεται να βρει την οικοδομική δραστηριότητα να έχει μειωθεί κατά 45% περίπου στα 47 εκ. m³, μείωση άρρηκτα συνδεδεμένη με τα πολιτικά γεγονότα της εποχής.
Στη συνέχεια και για το διάστημα 1974-1979 παρατηρούμε μια συνεχή αύξηση της οικοδομικής δραστηριότητας που φέρνει το δείκτη στα 95 εκ. m³ την υψηλότερη τιμή στην ιστορία του μέχρι την πρόσφατη έξαρση του 2005. Η συσσώρευση του προϊόντος ως αποτέλεσμα της 5ετούς διαρκώς αυξανόμενης δραστηριότητας, έφερε αναπόφευκτα την υπερπροσφορά, η οποία σε συνδυασμό με τη δεύτερη πετρελαϊκή κρίση του 1979 θα βυθίσουν για μια πενταετία 1979-1984 σε ύφεση την οικοδομική δραστηριότητα. Έτσι το 1984 ο δείκτης του όγκου της οικοδομικής δραστηριότητας βρίσκεται λίγο πάνω από τα 40 εκ. m³ που ποσοτικά, από τα υψηλά του 1979, είναι μια μείωση της τάξης του 57%.
Κατά τη διάρκεια των 11 επόμενων ετών η οικοδομική δραστηριότητα δεν παρουσιάζει ιδιαίτερες αυξομειώσεις με το μέγιστό της να βρίσκεται το 1990 στα 70 εκ. m³ και το ελάχιστο στα 46 εκ. m³ το 1995.
Από το 1995 και έως το 2004, χρονιά τέλεσης των Ολυμπιακών Αγώνων, υπάρχει σχεδόν μια διαρκής ήπια αύξηση της οικοδομικής δραστηριότητας. Τη χρονιά 2005 παρατηρήθηκε η μεγαλύτερη αύξηση που έλαβε χώρα ποτέ και έτσι ο όγκος της οικοδομικής δραστηριότητας το 2005 ανήλθε στα 103 εκ. m³. Η παράλογη από πολλούς αύξηση της δραστηριότητας του 2005 έχει σαφώς τις ρίζες της στο γεγονός της εισαγωγής του ΦΠΑ στην οικοδομική δραστηριότητα για όσες άδειες και εργολαβικά θα εκδίδονταν μετά την 1ηΙανουαρίου του 2006. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να σπεύσουν, κυρίως οι κατασκευαστές, σε μια αύξηση της δραστηριότητάς τους τέτοια που η ετήσια μεταβολή της ανήλθε ποσοστιαία στο 37%.  Η αναμενόμενη διορθωτική συρρίκνωση τα έτη μετά το 2005 ήρθε, καθώς πλέον  τα συσσωρευμένα οικοδομικά αποθέματα ήταν μεγάλα, όμως η χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 βύθισε την οικοδομική δραστηριότητα σε πολύ χαμηλά επίπεδα, η οποία και σύμφωνα με τα μη επεξεργασμένα ακόμα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας κατήλθε στην τιμή των 36 εκ. m³ το 2010**. Ανατρέχοντας στο διάγραμμα της εξέλιξης του οικοδομικού όγκου παρατηρούμε ότι τα επίπεδα του 2010 συγκρίνονται με εκείνα του 1967.
Ενδιαφέρον επίσης παρουσιάζει και μια άλλη οπτική γωνία παρατήρησης της οικοδομικής δραστηριότητας βασικός άξονας της οποίας είναι η συνεισφορά στην οικοδομική δραστηριότητα της περιοχής που αυτή λαμβάνει χώρα. Παρατηρείται μέσω των διαγραμμάτων ‘Σωρευτική οικοδομική δραστηριότητα’ και ‘Αθροιστικό διάγραμμα οικοδομικής δραστηριότητας’ ότι τη μερίδα του λέοντος κατέχουν οι αστικές και αγροτικές περιοχές. Αξιοσημείωτο είναι επίσης το ότι στις μεταβολές της σωρευτικής οικοδομικής δραστηριότητας καταλυτικό ρόλο παίζουν σχεδόν αποκλειστικά οι ίδιες περιοχές. Ενδεικτικό επίσης για την εξέλιξη της δόμησης στην Ελλάδα αποτελεί η οικοδομική δραστηριότητα των προσθηκών σε αστικές περιοχές. Πολύ υψηλές τιμές παρουσιάζει το διάγραμμα μέχρι το 1980, ενώ μετά τη χαμηλότερη τιμή που παρουσιάζεται το 1984 σχεδόν εξομαλύνεται, παρουσιάζοντας ήπια ανοδική τάση μέχρι και το 2007. Στις ημιαστικές και αγροτικές περιοχές, διαχρονικά η τάση που παρατηρείται είναι αυξητική, ενώ το ομαλότερο διάγραμμα παρουσιάζει η οικοδομική δραστηριότητα που αφορά στις προσθήκες στις αγροτικές περιοχές.

* Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος του όγκου αρκεί να αναφέρουμε ότι μια σύγχρονη οικοδομή των 1200 m2 και μέσου μικτού ύψους ορόφου 2,90 m έχει όγκο 4100 m³ περίπου.

**Για τους 3 τελευταίους μήνες του 2010 η Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία δεν διαθέτει ακόμα στοιχεία και οι τιμές που χρησιμοποιούνται είναι ο μέσος όρος των υπολοίπων 9 μηνών του ιδίου έτους. Επίσης τα στοιχεία των δύο τελευταίων ετών, πλην των 3 τελευταίων μηνών του 2010, παρέχονται από την Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία χωρίς όμως αυτά να συμπεριλαμβάνονται ακόμα στις ετήσιες εκθέσεις που εκπονούνται από αυτήν.

Πηγή αριθμητικών στοιχείων: Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου